Η Σφαγή του Αλη-πασά

Η Σφαγή του Αλη-πασά

«Στο Τεπελένι της Αλβανίας, γεννήθηκε, στα 1744. Από εννέα χρονών, μένει ορφανός από πατέρα. Ανατράφηκε από τη μάνα του, τη Χάμκω.

Με διάφορες ραδιουργίες, διέλυσε τους αντιπάλους του και το 1784 έγινε επιθεωρητής των δρόμων-δερβενιών (δερβέναγας) σε Θεσσαλία και Ήπειρο. Η Πύλη, εκτιμώντας τη δράση του, τον διόρισε διοικητή της Θεσσαλίας το 1787. Το επόμενο έτος, επωφελήθηκε από την απουσία του τότε πασά των Ιωαννίνων, Αληζότ. Με δόλο, καταλαμβάνει την πόλη και κατορθώνει να αναγνωριστεί από το Σουλτάνο. Αρχίζει να θεμελιώνει και να αναπτύσσει τις περιοχές που είχε στην κατοχή του. Φαίνονταν ότι ενεργούσε για το συμφέρον του Σουλτάνου, αλλά ο ίδιος δημιουργούσε κράτος δικό του.

Μπορεί να ήταν ένας άνθρωπος που χρησιμοποιούσε δόλο για να πετύχει τους σκοπούς του, μπορεί να ήταν ένας από τους μεγαλύτερους και αγριότερους τύραννους που γνώρισε ο τόπος, αλλά παρ’ όλα αυτά, πέτυχε να χειριστεί θαυμάσια κάποια κοινωνικά ζητήματα και να μεταμορφώσει τις περιοχές που επέβλεπε. Μερικά από τα θετικά του έργα, είναι το ότι κατάστρεψε πολλούς “μικρούς” τύραννους, που θησαύριζαν ρουφώντας το αίμα των υπηκόων τους. Έχτισε πολλά σχολεία, γεφύρια, υδραγωγεία, προήγαγε το εμπόριο. Ίδρυσε Ακαδημία, στην οποία δίδαξαν κορυφαίες μορφές. Από τη στρατιωτική του σχολή, βγήκαν μεγάλοι ήρωες της Επανάστασης. Δοκίμασε να κάνει τακτικό στρατό με Ευρωπαίους αξιωματικούς, κάλεσε οπλαρχηγούς, διπλωμάτες, προσωπικότητες της εποχής και άνοιξε σχέσεις με την Ευρώπη.

Το 1819, αγοράζει από τους Άγγλους την Πάργα. Ο Σουλτάνος Μουράτ ο Β’ φαίνεται να ανησυχεί πολύ, τόσο για το άπλωμά του, όσο και τους ελάχιστους φόρους που αποδίδει. Αρχίζουν παρατηρήσεις για τη συμπεριφορά του και ένα μόλις χρόνο μετά, τον κηρύσσει πλέον προδότη, του αφαιρεί τα “πασαλίκια” και τον καλεί να παρουσιαστεί στην Πύλη, μέσα σε 40 ημέρες, για να απολογηθεί. Το τελευταίο δεν έγινε. Έτσι αναθέτει την εξόντωση του, στον Ισμαήλ Πασόμπεη. Το φθινόπωρο του 1820, ο Πασόμπεης πολιορκεί τα Γιάννενα, αλλά δεν καταφέρνει να εξουδετερώσει τον Αλή.

Τότε, ο Σουλτάνος διατάζει το διοικητή της Πελοποννήσου, Χουρσίτ-πασά, που είχε πειθαρχημένο στρατό, να πάει στα Γιάννενα. Έρχεται το Μάρτη του 1821. Το Νοέμβριο του 1821, άρχισαν να παραδίνονται οι πρώτοι τουρκαλβανοί του Αλή. Δεν του έχουν μείνει ούτε καν 80 άντρες. Κράτος και στρατός έχουν διαλυθεί. Τα παιδιά και τα εγγόνια του έχουν εκτελεστεί και τα κεφάλια τους έχουν πάει στην Πόλη. Αναγκάστηκε να έρθει σε διαπραγματεύσεις με τον Χουρσίτ, ο οποίος χρησιμοποίησε δόλο. λέγοντάς του ότι θα μεσολαβήσει στο Σουλτάνο, για του δοθεί αμνηστία. Έγινε ανακωχή, αποτραβήχτηκε στο νησί των Ιωαννίνων, στο μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονα.

Στις 24 Γενάρη 1822 (*), αξιωματούχοι του Χουρσίτ, βάσταγαν φιρμάνι θανατικής ποινής και όχι χάρης. Ο Χουρσίτ δεν πήγε, ισχυριζόμενος ότι ήταν –δήθεν– άρρωστος. Έστειλε τον Κιοσέ Μεχμέτ-πασά. Όταν έφτασαν στο νησί, ο Κιοσέ Μεχμέτ πασάς του παρέδωσε το φιρμάνι. Μόλις το διάβασε, κατάλαβε. Έριξε με την κουμπούρα του εναντίον του. Τότε ο Καφτάν-αγάς, συνοδός του τελευταίου, σκληρός πολεμιστής και επιτελάρχης του Χουρσίτ, τράβηξε τη σπάθα του για να σκοτώσει τον Αλή. Αστόχησε, αλλά τον τραυμάτισε στο χέρι. Λίγο αργότερα, πέφτει νεκρός από τις σφαίρες ταμπουρωμένων πολεμιστών. Τραβούν τον Αλή μέσα και επακολουθεί τρομερή συμπλοκή. Ακούγοντας τα βογκητά του από τον όροφο, κάποιος τον πυροβολεί από το υπόγειο. Μια σφαίρα τον τραυματίζει στην κοιλιακή χώρα. Ο Θανάσης Βάγιας, παρακούει την τελευταία εντολή του (να σκοτώσει την κυρά-Βασιλική, για να μη πέσει στα χέρια των αντιπάλων του). Και οι δυο τους, άλλωστε, ήταν μέλη της Φιλικής Εταιρείας. Ο Βάγιας φωνάζει δυνατά ότι παραδίνονται. Τραβούν τον τραυματισμένο στη σκάλα και ο δήμιός του, Μεϊμέτ-πασάς, τον αποκεφαλίζει.

Η προφητεία του Αγίου Κοσμά, βγήκε σωστή. Το κεφάλι του ταριχεύτηκε και μεταφέρθηκε στο Σουλτάνο. Το εξέθεσαν για ένα περίπου μήνα και μετά το ’θαψαν μαζί με τα άλλα κεφάλια των παιδιών και εγγονιών του, στην Πόλη. Το σώμα του, θάφτηκε στο εσωτερικό φρούριο των Ιωαννίνων, μαζί με τη γυναίκα του Εμινέ, την οποία είχε ήδη σκοτώσει. Κυρά-Βασιλική και Θανάσης Βάγιας πήγαν στην Κωνσταντινούπολη. Είπαν στο Σουλτάνο για τους θησαυρούς του Αλή, με τέτοιον τρόπο, ώστε ο Χουρσίτ ενοχοποιήθηκε. (Επρόκειτο αργότερα να αποκεφαλιστεί, προτίμησε όμως να αυτοκτονήσει, στη Λάρισα).

Με την κήρυξη της επανάστασης, στις 25 Μάρτη του 1821, τα στρατεύματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην Πελοπόννησο είχαν αποδυναμωθεί, μιας που ήταν απασχολημένα, με την υπόθεση αυτή. Η Ελλάδα στεριώνεται με νίκες στο Βαλτέτσι, με το πάρσιμο της Τριπολιτσάς, της Πύλου, της Μονεμβασιάς,… Κι ενώ η υπόθεση του Αλη-πασά δεν έχει τελειώσει ακόμη, την 1η Γενάρη του 1822, γίνεται η πρώτη εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου.

(*) Κάποιοι αναφέρουν την 17/1/1822, ως ημερομηνία της εκτέλεσης του. Ο ηγούμενος του Μοναστηριού, πατέρας Ανανίας, ήταν εξόριστος. Μετά από μήνες, ξαναγύρισε στο νησί των Ιωαννίνων, υπολόγισε ξανά τις εβδομάδες που είχαν περάσει και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι λάθεψε για μια βδομάδα. τοποθετώντας τη θανάτωση του στις 17/1/1822 αντί για τις 24/1/1822, που ήταν η σωστή ημερομηνία.»

Περιγραφή Σφαγής Αλη-πασά

Οι ιστορικές πηγές που είχα, ήταν πάρα πολλές. Αντιφάσεις σε κάποια γεγονότα, που θα τα κατατάσσαμε άλλοτε σαν περιγραφές και άλλοτε σα θρύλους, δεν έλειψαν. Με βοήθησαν χαλκογραφίες, σχέδια, πορτραίτα και συνθέσεις από χαράκτες και ζωγράφους (τόσο εκείνης της εποχής όσο και μεταγενέστερους), όπως επίσης και βιβλία, που είχα τη χαρά να ανακαλύψω σε Συλλογές και Μουσεία, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό (Αγγλία, Ιταλία, Γερμανία, Γαλλία).

Τα κελιά του Μοναστηριού του Αγίου Παντελεήμονα τα πρόσεξα ιδιαίτερα. Μιας που εκεί διαδραματίστηκαν τα γεγονότα αυτά, φρόντισα να αποτυπώσω με μεγάλη προσοχή αυτό το μέρος. Η εργασία μου αυτή, άρχισε στα τέλη του 1976 και τέλειωσε δυο χρόνια αργότερα. Σήμερα (2007) ο χώρος αυτός έχει υποστεί ριζικές αλλαγές.

Η σύνθεση των είκοσι ατόμων στο χώρο αυτό, είναι δική μου. Η δομή της αίθουσας, σχετίζεται άμεσα με την αναπαράσταση της σκηνής που εκτυλίχθηκε. Η σωματοφυλακή του Αλή, αποτελούνταν από δώδεκα Τουρκαλβανούς. Βρίσκονται στη στέγη, στη σπηλιά πίσω (μόνον ο ένας διακρίνεται καθαρά), στην κρεβάτα και στο πλακόστρωτο της αυλής. Οι μόνοι ζωντανοί είναι, ο πρώτος πίσω απ’ το παράθυρο (δίπλα στο Θανάση Βάγια, που στέκεται όρθιος) και ο δεύτερος κάτω απ’ την καμάρα του τοίχου, στο ισόγειο.

Ο τελευταίος Τουρκαλβανός, που στηρίζεται στη γωνία του τοίχου, τεντώνει το χτυπημένο του πόδι και δείχνει δυνατό πόνο και φρίκη στο πρόσωπό του. Είναι χτυπημένος, με ένα μαχαίρι, στα κόκαλα του ταρσού του δεξιού ποδιού. Ως απόρροια αυτού, εμείς βλέπομε στο πρόσωπό του, τους μυς του, να ενεργούν ανάλογα συνεργαζόμενοι μεταξύ τους. Στο επάνω μέρος του προσώπου του, βλέπομε τον μετωπικό με τον πυραμοειδή (σαν ανταγωνιστή), τους επισκήνιους και σφιγκτήρες των βλεφάρων, μαζί με άλλους μικρούς μυς, να δημιουργούν τις ρυτίδες στο πρόσωπο. κάνοντας έτσι τα μάτια του να φαίνονται ανοιχτά και άγρια, μεταφέροντάς μας το δικό του πόνο, τρόμο και φρίκη. Στο λαιμό φαίνεται η υπέρτατη ένταση, με το μυώδες πλάτυσμα, που διατηρεί –με άλλους στο βάθος μυς, μέχρι και της τρίτης στοιβάδας– το ανοιχτό σε σχήμα στόμα του, που δείχνει πόνο, έντονη κραυγή και αγωνία, να τονίζει την ήδη υπάρχουσα φρίκη. Αυτή ακριβώς η αγωνία, τονίζεται ακόμη περισσότερο, με την ένταση που έχουν οι στερνοκλειδομαστοειδείς. ένταση που έχει επίσης σαν αποτέλεσμα να φαίνονται καθαρά τα υπερκλείδια (μικρά και μεγάλα) βοθρία και η σφαγή μεταξύ των κλειδών.

Τη φιγούρα αυτή, την τοποθέτησα εκεί, σε ορθή γωνία, όχι μόνο για να δώσω απτά ένα δείγμα της φρίκης που προέκυψε απ’ το μακελειό αυτό, αλλά –το κυριότερο– για να δημιουργήσω αντίθεση, με την ήρεμη και γλυκιά μορφή της Κυρά-Βασιλικής, την οποία τοποθέτησα, επίτηδες, πολύ κοντά στον επισκέπτη. Είναι το μόνο πλάσμα σ’ αυτή τη σύνθεση, που έσωσε και βοήθησε κόσμο, το μόνο πλάσμα που νοιάστηκε για άλλους, πιο πολύ απ’ τον εαυτό της.

Πίσω, στο βάθος (στη σκάλα), ο Μεϊμέτ-πασάς (δήμιος του Αλή). Όρθιος, στο πλατύσκαλο προς τη γωνία (κοντά στα βράχια), τραυματισμένος ψηλά στο αριστερό του χέρι, ο Κιοσέ Μεχμέτ-πασάς. Στο δεξί χέρι του, κρατά το φιρμάνι με τη διαταγή για αποκεφάλιση του Αλή. Στα πόδια του, σκοτωμένος, είναι ο Καφτάν-αγάς, ο πρώτος που σκοτώθηκε σ’ αυτή τη συμπλοκή.

Όρθιοι και μόνο για χάρη συνθέσεως, είναι ο Κατής (τετράγωνος μασητικός τύπος), με το λευκό τουρμπάνι στο κεφάλι και δίπλα του, με κόκκινο τουρμπάνι, ο Ομέρ-Βρυώνης (τριγωνικός ενδοστρεφής). Ο τελευταίος ήταν τουρκαλβανός στην καταγωγή και δεξί χέρι του Αλή σε πολλές θηριωδίες. Το ήρεμο, αλλά και σοβαρό πρόσωπο του Κατή, έρχεται σε πλήρη αντίθεση μ’ αυτό του Ομέρ-Βρυώνη, ενός διαφορετικού σε συμπεριφορά και πράξεις ομόθρησκού του.

Τα όπλα τους, τα έφτιασα με ξύλα, σωλήνες και διακοσμητικά. Άλλα απ’ αυτά, έγιναν με λεπτό φύλλο ορείχαλκου πάνω στο οποίο ζωγράφισα, με οξείδια, σύμβολα και μοτίβα. Άλλα έχουν γίνει από φίλντισι και οξειδωμένο χυτό ορείχαλκο. Πολλά από τα ξύλα, για τα παράθυρα και τις πόρτες, είναι καινούργια. Με διαδικασίες που έχω αναφέρει, τους έδωσα την πατίνα που ήθελα, για να τα μορφοποιήσω έτσι ώστε να μη διαφέρουν από παλιότερα. Μ’ αυτό τον τρόπο, άλλα στοιχεία (όπως κάποιες σιδεριές) που πρόσθεσα αμέσως μετά, ενσωματώθηκαν με επιτυχία στο χώρο. Τα κροκαλοπαγή βράχια, στο δεξί τμήμα της σύνθεσης, τα έφτιαξα από κομμάτια φελιζόλ, λεπτόρρευστο γύψο και χρώμα. Είναι δε στηριγμένα σε ειδικά κατασκευασμένο σκελετό, από σίδερο και σύρμα. Τα καλάμια, τα φύλλα, τα κλαδιά και τα διάφορα χόρτα, τα έμασα από το νησί των Ιωαννίνων, Γενάρη μήνα, για να έχουν το ίδιο χρώμα της εποχής που ’γινε το γεγονός. Τον τοίχο κάτω απ’ την κρεβάτα, τον έχτισα πέτρα-πέτρα. Όλο το κτίσμα, το σχεδίασα με τέτοιο τρόπο, ώστε να το αποδώσω αργότερα σε φυσική κλίμακα, με κάποιες λεπτομέρειες που φρόντισα να αναδείξω.

Τα ρούχα, είναι αγορασμένα από παλαιοπωλεία. Τα περισσότερα, είναι κομμάτια από παλιές μισοκατεστραμμένες στολές. Μοναδικό κομμάτι η φορεσιά της Κυρά-Βασιλικής.»