Δάσκαλοι του Γένους
«Στην αρχή, τα γράμματα διδάσκονταν στα Κρυφά Σχολειά. Μετά, σιγά-σιγά, εμφανίζονται φανερά πλέον σχολεία, στα οποία διδάσκουν οι Δάσκαλοι του Γένους. Επιτρέπεται πια η ίδρυση Ελληνικών σχολείων. Έτσι αρχίζει η περίοδος του Ελληνικού Διαφωτισμού. Στα Γιάννενα, τα σχολεία άρχισαν στα 1647 με τη σχολή του Επιφανείου και αργότερα εδραιώθηκαν κι άλλες σχολές (Γκιούμα, Μαρουτσαία, Καπλάνειος, Ζωσιμαία). Σχολές, που έκαναν τα Γιάννενα μεγάλο πνευματικό Κέντρο, για ανώτερες σπουδές.
Κάποιοι απ’ τους Δάσκαλους αυτούς, μορφώνονται και μένουν στην Ελλάδα. Κέντρο είναι η Πατριαρχική Ακαδημία της Κωνσταντινούπολης. Τελευταίος αυτής της περιόδου είναι ο Ευγένιος Βούλγαρης (1716-1806). Άλλοι, μορφώνονται σε σχολειά του υπόδουλου Ελληνισμού και συνεχίζουν τις σπουδές τους στο εξωτερικό. Βυζαντινοί λόγιοι, είχαν καλλιεργήσει τα Ελληνικά γράμματα σε διάφορες περιοχές της Ευρώπης και κυρίως στην Ιταλία. [Από το 1515, βλέπομε στη Ρώμη να λειτουργεί το “Ελληνικό Γυμνάσιο”.] Αυτοί ξαναγυρίζουν στον τόπο τους και διδάσκουν σε διάφορες σχολές.
Ο Κοσμάς Μπαλάνος (1731-1808), ήταν γιος του Μπαλάνου Βασιλόπουλου (1694-1760). Γεννήθηκε στα Γιάννενα, μαθητής του πατέρα του και σοφός σαν αυτόν. Ήταν ιερέας άγαμος. Από τους μεγαλύτερους λόγιους του Έθνους. Ο πατέρας του δίδαξε επί 37 χρόνια (1723-1760), ο ίδιος δε, επί 47 ολόκληρα χρόνια, στα οποία ανέπτυξε σπουδαιότατη θρησκευτική και κοινωνική δραστηριότητα. Το 1676, με χρήματα του Μάνου Γκιούμα, ιδρύει την ονομαστή “Μπαλαναία Σχολή”. Σ’ αυτή, δίδαξαν προσωπικότητες όπως ο Βησσαρίων Μακρής (1675-1683), ο ιερέας Γεώργιος Σουγδουρής (1683-1714), ο ιερέας Αναστάσιος Παπαβασιλείου (1715 – ?) και ο ιερομόναχος Μεθόδιος Ανθρακίτης (1715-1723). Επειδή ήταν συντηρητικός, ήρθε σε αντίθεση με τον μαθητή του Αθανάσιο Ψαλίδα. Κατέβαλε μεγάλες προσπάθειες για να εκδώσει κατάλληλα βιβλία για τους μαθητές του.
Ο Αθανάσιος Ψαλίδας (1767-1829), ήταν ο μεγαλύτερος λόγιος και φιλόσοφος του Ελληνικού Διαφωτισμού. “Αρχιδιδάσκαλο” τον αποκαλούσε ο μαθητής του Ιωάννης Βηλαράς (1771-1823).
Γεννήθηκε στα Γιάννενα. Στα δεκαοχτώ του, αφού είχε τελειώσει ήδη τη Μπαλάνειο Σχολή, φεύγει για να σπουδάσει σε σχολές της Πολτάβας και της Ουκρανίας. Συνεχίζει στη Βιέννη, σπουδάζοντας ιατρική, ξένες γλώσσες (γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά, λατινικά), Ελληνική φιλοσοφία, φυσικομαθηματικά και πειραματική φυσική (νέα επιστήμη τότε). Ήταν κοντά στον θρυλικό Ρήγα Φεραίο στη Βιέννη. Αργότερα έγινε μέλος της Φιλικής Εταιρείας.
Τον καλεί η δημογεροντία των Γιαννίνων να διδάξει στον τόπο του και έρχεται στις 14/9/1795, μετά από 8 χρόνια παραμονής στη Βιέννη. Αναλαμβάνει τη Μαρούτσειο Σχολή, η οποία έκλεισε το 1797. Πείθει τον ευεργέτη Ζώη Καπλάνη, που βρίσκεται στη Ρωσία, να βοηθήσει ν’ ανοίξει σχολή με τ’ όνομά του (Καπλάνειος). Την πλουτίζει με βιβλιοθήκες και επιστημονικά όργανα πειραματικής φυσικής και χημείας. Η Καπλάνειος, επιβάλλεται σαν Ανώτατη Σχολή, κέντρο πνευματικό. Βγάζει σπουδαίους μαθητές όπως τους: Ασώπιο, Κρανά, Σακελλαρίου, κ.α., σοφούς δασκάλους. Λειτούργησε μέχρι το 1820.
Ο Αλη-πασάς και οι δυο γιοι του, πήγαν και παρακολούθησαν πειράματά του. Είδαν ότι δεν έχει μυστηριώδη και … διαβολικά σύνεργα, όπως φημολογούνταν [έκανε πειράματα με στατικό ηλεκτρισμό]. Ο ίδιος, τον χρειάζονταν ως μεταφραστή & διερμηνέα. Σα Φιλικός που ήταν, πρόσφερε μεγάλες υπηρεσίες, μ’ αυτή του την ιδιότητα.
Δίδασκε με γλώσσα την άκρα δημοτική. Έβγαλε συντακτικό και λεξιλόγιο της λαϊκής γλώσσας και ήταν υπέρ της κατάργησης της ορθογραφίας. Πρότεινε να μεταφερθούν (στη δημοτική) αρχαία κείμενα. Εισήγαγε τα Λατινικά και τις Φυσικές Επιστήμες, με νέες μεθόδους διδασκαλίας. Ήταν ειλικρινής, ότι πίστευε το έλεγε και το εφάρμοζε.
Έμεινε στα Γιάννενα από το 1795 ως και το 1820. Με την πολιορκία των Σουλτανικών στρατευμάτων, αναγκάστηκε να φύγει μαζί με τον Ι. Βηλαρά, στο Τσεπέλοβο του Ζαγορίου, μέχρι το 1822. Ύστερα πηγαίνει στην Κέρκυρα. Πικραμένος, ψευτοζούσε από ιδιωτικά μαθήματα. Ό,τι είχε, το ξόδευε μ’ όλη του την αγάπη, για τον Αγώνα. Και το γιο του, Πέτρο, έστειλε να πολεμήσει στο Μεσολόγγι, όπου και τον έχασε.
Δε μπόρεσε να μπει ως καθηγητής στην “Ιόνιο Ακαδημία” της Κέρκυρας, γιατί οι Εγγλέζοι τον θεωρούσαν “Ρωσόφιλο”! Διορίστηκε στα 1828, στη Λευκάδα, σε κατώτερη σχολή (στο Ελληνικό Λύκειο). Πέθανε λίγο αργότερα (τον Ιούλιο του 1829) στα 62 του χρόνια, πικραμένος. Με ειλικρίνεια, μαχητικότητα, υπερηφάνεια και ανιδιοτέλεια, ο πρωτοπόρος αυτός, προσέφερε 34 χρόνια διδασκαλίας στα νιάτα του υπόδουλου Γένους. Ο μαθητής του Ιωάννης Βηλαράς, το 1814, έβγαλε γραμματική της δημοτικής: “Ρομεηκη γλοσα” [δηλαδή: “Μηκρη ορμηνια για τα γραματα κε ορθογραφηα της ρομεηκης γλοσας”], που την αφιέρωσε στο δάσκαλό του.
Ο χώρος είναι πολύ μικρός. Χρησιμοποιώ τους βοηθητικούς χώρους που προορίζονται για τη συντήρηση του Μουσείου, δημιουργώντας μια “προέκταση” της βιβλιοθήκης (πίσω από τη χρωματιστή υαλόθυρη πόρτα). Έτσι, ο επισκέπτης πιστεύει ότι το δωμάτιο αυτό επικοινωνεί με άλλο και το συνολικό του(ς) βάθος φτάνει τα 7 μέτρα. Εσωτερικά, έκαμα παλιό ταβάνι και ροζέτα της εποχής τους. Το ταβάνι είναι κι αυτό από φελό, όπως στην αίθουσα των Ευεργετών, πατιναρισμένο όμως με χρώματα, σκόνες και γομαλάκα, για να πετύχω την κατάλληλη παλαίωση.
Αντικείμενα που βρίσκονται στο θέμα αυτό (η παλιά λάμπα, τα καλαμάρια, ο σουγιάς, ο μαστραπάς), είναι από το παλιό μας σπίτι στα Γιάννενα. Τα πήλινα αντικείμενα με τις διάφορες πατίνες και υαλώματα, τα έφτιασα στον κεραμικό τροχό μου και τα έψησα σε θερμοκρασία 930ο C, στο εργαστήρι μου στα Γιάννενα. Οι βιβλιοθήκες είναι από παλιές εσωτερικές πόρτες. Τα μαλλιά και των δυο Δασκάλων είναι από συνθετική τρίχα. Τα βιβλία της βιβλιοθήκης (γύρω στα 1.250), τα έφτιαξα από γύψο και τα ζωγράφισα με αυγοτέμπερες, αφού τα δούλεψα πρώτα με σκόνες και γομαλάκα {βλ.λ. εισαγωγικά}. Οι περγαμηνές και οι άλλοι “πάπυροι”, είναι από χασαπόχαρτο πατιναρισμένο.
Ο Κοσμάς Μπαλάνος (ιερέας, σε ώριμη ηλικία), είναι καθιστός και διαβάζει πατερικά κείμενα στο γραφείο της Μπαλανείου Σχολής. Όρθιος είναι ο Αθανάσιος Ψαλίδας, που κρατά τη γραμματική της “Ρομεηκης Γλοσας” του Ιωάννη Βηλαρά. Και οι δυο, σα σοφοί Δάσκαλοι του Γένους, βρίσκονται σε ατμόσφαιρα πνευματική, μες τις βιβλιοθήκες και τις περγαμηνές. Καθ’ ένας έχει άλλη κατεύθυνση στο βλέμμα και τη στάση του, όπως είχαν αντίθεση οι σχολές τους.»
Παύλος Βρέλλης, Μπιζάνι 1994