Αναφορά στην Αρχαία Ελλάδα
«Θέλησα στο χώρο αυτό, να βάλω μνήμες ιερές, από την άφθαστη Αρχαία Ελληνική Γλυπτική. Λίγα έργα. Όλα τα έργα που παραθέτω εδώ, διαθέτονται στον κάθε ενδιαφερόμενο, από το Τμήμα Αναπαραγωγής Κλασσικών Αρχαιοτήτων του Αρχαιολογικού Μουσείου. Δεν έχουν τοποθετηθεί τυχαία. Είναι και δικές μου μνήμες, απ’ την περίοδο που δούλεψα ως συντηρητής στο Μουσείο αυτό, όταν αποκαθιστούσα αριστουργήματα της Πολιτιστικής μας Κληρονομιάς [“Λάπι(η)θες και Λαπι(η)θίδες”, “Τρισώματος Δαίμων”, “Η Αποθέωση του Ηρακλή στο Όλυμπο”,…], νέος τότε. Αργότερα, εισηγήθηκα τη δημιουργία του τμήματος αναπαραγωγής και το υποστήριξα με δικά μου διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Κανείς δε μπήκε σε κόπο να με ανταμείψει γι αυτό, μόνο μερικές καλές κριτικές πήρα.
Απ’ τα δεξιά της σύνθεσης αυτής, βλέπουμε τον “Θνήσκοντα Πολεμιστή”, που προσπαθεί να σκίσει το στήθος του, προκειμένου να πάρει μια τελευταία ανάσα, για να πει το μήνυμα που μεταφέρει. Η “Αρχαϊκή Κόρη”, γεφυρώνει με την παρουσία της ολόκληρες περιόδους, ακόμη και με τον απλό υπαινιγμό του λεπτοφυούς Ιωνικού Πέπλου [προεξέχει λίγο πιο πάνω από τα πόδια της], ο οποίος θα αντικαταστήσει τον βαρύτερο και πιο άκαμπτο Δωρικό πέπλο στην περίοδο που έρχεται. Στο κέντρο, ο Παρθενώνας σε μια απλή διάτρητη φωτογραφία και μια μακέτα μπροστά του, σε συνδυασμό με το μικρό άνοιγμα που αφήνω, οδηγεί –έστω και με τη μορφή μιας μικρής αναφοράς– το βλέμμα του επισκέπτη, σε ομορφιά που διδάσκει αιώνια. Η επιτύμβια “Στήλη της Ηγησούς”, γεφυρώνει με τον εσωτερικό σεβασμό που αποπνέει, τη σύνδεση του κόσμου των Ζωντανών με τον κόσμο των Νεκρών. [Η νεκρή κυρία Ηγησώ, περιεργάζεται κάποια απ’ τα κοσμήματά της που χαιρόταν εν ζωή, έχοντας σα συνδετικό κρίκο την “πυξίδα” (δηλαδή την Ύλη, το κουτί με πολύτιμα για το νεκρό αντικείμενα, που λειτουργούν σαν κτερίσματα/ταφικές προσφορές). Της το προσφέρει η ζωντανή υπηρέτριά της.] Ο “Θεράπων Ασκληπιός”, μας θυμίζει το σεβασμό με τον οποίο ο πρόγονοί μας έβλεπαν μια απ’ τις σημαντικότερες επιστήμες αυτού του κόσμου και το σεβασμό στον ίδιο τον θεράποντα [ο ίδιος ο Ασκληπιός αναβιβάστηκε σε Ημίθεο]. Όσο για τη σκεπτόμενη Αθηνά “Αθηνά Σύννους”, μας θυμίζει ότι ακόμη και η πιο ισχυρή Θεά, ήταν προικισμένη με τα πλέον υγιή ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Τα αντίγραφα αυτά, έχουν κατασκευαστεί, αρχικά, από γύψο που χυτεύτηκε μέσα σε καλούπια, τα οποία φρόντισα να δημιουργήσω ο ίδιος. Καθόλου εύκολο μιας που σε κάποια έργα (όπως για παράδειγμα η Αρχαϊκή κόρη), υπήρχαν εμφανή τα αρχικά χρώματα και έτσι μια αποτύπωσή με τα συμβατικά (τότε) υλικά, θα “τραυμάτιζε” το πρωτότυπο. Το δεύτερο δύσκολο στάδιο, ήταν η προσεκτική επίστρωση ειδικής πατίνας, που δίνει την αίσθηση της παλαιωμένης, απ’ το χρόνο, μαρμάρινης επιφάνειας. Τα δυο διπλώματα ευρεσιτεχνίας που κατοχύρωσα, αφορούσαν αυτά ακριβώς τα στάδια της δουλειάς.
Τα έργα αυτά μιλούν από μόνα τους. Στέκουν, ζουν και αναπνέουν για πάνω από 2.500 χρόνια και αποτελούν τμήμα της αθάνατης Ελληνικής Τέχνης και της βαρύτατης (ή θα ’πρεπε να πω βαρύτιμης) Ελληνικής Κληρονομιάς. Αυτός ο τόπος, φώτισε και δίδαξε για αιώνες την ανθρωπότητα, σ’ όλους τους τομείς της τέχνης, της επιστήμης και της φιλοσοφίας. Σ’ όλους δείχνει ομορφιά, μια κολώνα, ένα γλυπτό,… αυτό το απέραντο Μουσείο, το γαλάζιο της θάλασσας και τ’ ουρανού, που λέγεται Ελλάδα.»
Παύλος Βρέλλης, Μπιζάνι 1994